Πρόκειται για το δεύτερο μυθιστόρημα της Άννι Ντίλαρντ (Πίτσμπουργκ, Πενσυλβάνια, 1945) που έχει εκδώσει κυρίως ποίηση και δοκίμια, ενώ έχει βραβευτεί παλαιότερα με Πούλιτζερ για το βιβλίο της Pilgrim at Tinker Creek (1975). Η Ντίλαρντ επιλέγει ως μυθιστορηματικό σκηνικό της ένα τόπο σπάνιας ιδιαιτερότητας που γνωρίζει πολύ καλά: μια εκτεταμένη χερσόνησο που καλύπτει το ακρωτήρι Κοντ ως το λιμάνι του Προβινστάουν, «μια αργέγονη, γυμνή γλώσσα άμμου ανάμεσα σε δύο απεραντοσύνες». Σε αυτή την «κυματιστή παραλία της ορυκτής σιωπής, στην άκρη του κόσμου», έχουν έρθει να ζήσουν ζωγράφοι, γλύπτες, ποιητές, δάσκαλοι, καλλιτέχνες και πάσης φύσεως σύγχρονοι αναχωρητές. Aνάμεσά τους και οι γηγενείς ερωτευμένοι και αργότερα παντρεμένοι Λου και Τόμπι.
Το ζεύγος απολαμβάνει μια καθημερινότητα γεμάτη απλότητα και ουσία. Ασχολούνται με την ποίηση και τη ζωγραφική αντίστοιχα, περπατούν στους ατέλειωτους αμμόλοφους, επιδίδονται στην αστροσκόπηση, διαβάζουν μανιωδώς βιβλία που τους τροφοδοτούν με θέματα για συζήτηση αλλά και με αποστάγματα σοφίας, και «θέλουν να ξοδέψουν τον εγκέφαλό τους μέχρι χρεωκοπίας». Όσο για τον έρωτά τους, αυτός βιώνεται μέσα από μια αποθέωση της ρουτίνας, της οικειότητας αλλά και της εγκεφαλικής επαφής. Πόσο παράλογο να μην μπορούν να αγκαλιαστούν οι εγκέφαλοι! μονολογούν κάποια στιγμή (σ. 76). Ο πυρήνας του ζευγαριού συμπληρώνεται από τον γιό τους Πιτι και την Ντίρι, ένα σύγχρονο κορίτσι των λουλουδιών που ζει στην προβλήτα ή ελεύθερα στους αμμόλοφους.
Όπως είναι ευνόητο, ακόμα και από μια τέτοια ζωή που έχει αποσυντεθεί στα απλά και ουσιώδη, δεν είναι δυνατό να λείπουν τα μεγάλα ερωτήματα της ανθρώπινης ψυχής, Πώς εκφράζει κανείς την αγάπη του; Μέχρι ποιο σημείο ξεπερνά τον εαυτό του στο ταξίδι προς τον άλλον; Και όταν ο Τόμπι απομακρυνθεί από την οικογένειά του, φεύγοντας με την Ντίρι, θα προστεθεί ένα ακόμα ερώτημα: Πώς διαχειρίζεται κανείς αυτό που θεωρεί ως προδοσία ή εγκατάλειψη; Η Λου πάντα δεχόταν ενεργά ό, τι της έφερνε η ζωή, σαν καλοτάξιδο καΐκι με μπόλικο χώρο για μανούβρες, συνεπώς και τώρα, ύστερα από γενναία ενδοσκόπηση θα αναρωτηθεί: γιατί απ’ όλες τις μπαλιές της ζωής να προσέχεις μόνο την καμπυλωτή. Ή, όταν πια είναι αργά, την μπαλιά που σου έρχεται στο κεφάλι.; (σ. 93). Η αποδοχή θα οδηγήσει στην συγχώρεση κι εκείνη με τη σειρά της στην ολοκλήρωση ή καλύτερα διαιώνιση του κύκλου μιας αυθεντικής αγάπης.

Αυτή η συμφωνία με την φύση των ανθρώπων και με τις επιλογές τους θαρρείς και πηγάζει από την εναρμόνισή των ηρώων με το ίδιο το περιβάλλον, καθώς εντάσσονται σε αυτό ως οργανικά στοιχεία μιας διαρκώς ανακυκλούμενης γης, σαν τα ρεύματα της παλίρροιας που τόσο συχνά περιγράφονται στο βιβλίο, και για τα οποία ο Τόμπι και η Λου βγάζουν και τις δυο μπαλκονόπορτες του υπογείου τους ώστε η θάλασσα να μπει μέσα χωρίς να σπάσει τα τζάμια.

Αξίζει να σημειωθεί πως η εν λόγω περιοχή αποτέλεσε τόπο έμπνευσης για τον Τένεσι Ουίλιαμς το όνομα του οποίου έχει το ετήσιο θεατρικό φεστιβάλ της, ενώ σήμερα εξακολουθούν να ζουν εκεί «πρωτοπλασμικοί ξεφλουδισμένοι άνθρωποι μέσα στον άνεμο με φόντο έναν κρυστάλλινο ουρανό».
Συντεταγμένες: Annie Dillard, The Maytrees, 2008. / Εκδόσεις Ίνδικτος, 2008, μτφ.: Γιώργος Μπαρουξής, σελ. 273.
Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Εντευκτήριο, τεύχος 83, Δεκέμβριος 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου