Πάνω σ’ αυτή την αργασμένη ράχη, τη γεμάτη ρόζους από καψίματα και τσιγάρα, αμέτρητες φορές ζυμώθηκαν ψωμιά και φύλλα ανοίχτηκα για πίτες και σκαλτσούνια, κρέατα τεμαχίστηκαν ποτίζοντας μ το είμαι τους τις ίνες της, σάλτσες καυτές, κρασιά χαράς, δάκρυα πένθους και καφέδες της παρηγοριάς χυθήκανε, σκεύη μόλις κατεβασμένα απ’ τη φωτιά, νύχια ανυπόμονα νευρικά, γροθιές οργής, αγώνες που στηρίξανε τη σκέψη, την απόγνωση ή την ονειροπόληση αφήσαν, ανεξίτηλα, τα ίχνη τους, ποιήματα θνησιγενή και άλλα, θνητά κι αυτά αλλά μακροβιότερα, χαράχτηκαν… γράφει ο Αργύρης Χιόνης για ένα τραπέζι που από κληροδότης των παραπάνω, καθίσταται με τη σειρά του το ίδιο….κληρονόμος.
Γύρω από το τραπέζι – αφιέρωμα του τεύχους συγκεντρώνεται πλήθος ετερόκλιτων συγγραφέων γράφοντας ακριβώς για την περίσταση: Βασίλης Αμανατίδης, Γιάννης Ατζακάς, Γιάννης Βαρβέρης, Κατερίνα Δασκαλάκη, Άκης Δήμου, Μάρω Δούκα, Παναγιώτης Κουσαθανάς, Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης, Δημήτρης Νόλλας (απόσπασμα από ανέκδοτο μυθιστόρημα), Μανόλης Ξεξάκης, Βαγγέλης Ραπτόπουλος, Σάκης Σερέφας, Στρατής Χαβιαράς, κ.ά. Ακόμη, κομμάτια από παλαιότερα βιβλία, μεταφράσεις (όπως ο Ευαγγελιστής Ματθαίος από τον Ντίνο Χριστιανόπουλο), επανενθυμήσεις και ο κατάλογος δεν τελειώνει εδώ, ούτε και τα τραπέζια, τα τραπεζώματα και οι τραπεζοσυνάξεις.

Αν βρήκα κάτι κι απ’ τη δική μου ζωή, αυτό βρίσκεται στο κείμενο του Σπύρου Γιανναρά. Το δικό του τραπέζι βρίσκεται αντικριστά στην κουζίνα, στον νεροχύτη και στο ψυγείο: Εκεί με πρωτοδιάβασε η μάνα μου τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, εκεί σχεδιάσαμε και χρωματίσαμε μαζί τις πρώτες ιχνογραφίες (…) εκεί ολοκλήρωσα την πρώτη μεγάλη σχολική εργασία πάνω στο Λάθος του Σαμαράκη. Στο ίδιο πάντα τραπέζι κατέφευγα (…) κι άπλωνα σε όλη το την επιφάνεια βιβλία, χαρτιά, χρώματα και μπογιές (…) σαν μοναχικός κολυμβητής που δοκιμάζει τις πρώτες απλωτές πριν ξαμοληθεί στα βαθιά – απολαμβάνοντας το σκίρτημα της απομόναχης ιδιωτικής ευτυχίας. Η ευτυχία δεν ξεχνιέται, ακόμα κι αν το ίδιο τραπέζι ολοκληρώσει τον αρχικό εκείνο κύκλο για άλλους, διαφορετικούς κι ενίοτε πολύ σκληρούς.

ΥΓ. Το έχουμε ξαναγράψει και θα το γράφουμε διαρκώς: η παρουσίαση παλαιότερων τευχών κορυφαίων λογοτεχνικών περιοδικών, όπως είναι το Εντευκτήριο, αποτελεί μέγιστη τιμή και απόλαυση για το Πανδοχείο. Τα λογοτεχνικά περιοδικά από τη φύση τους δεν αποτελούν επικαιρικά προϊόντα περιορισμένα στον χρόνο έκδοσής τους αλλά διαρκή θησαυροφυλάκια λογοτεχνίας, πόσο μάλλον όταν είναι προσβάσιμα και στην ίδια την εκδοτική τους πηγή. Αυτή τη βδομάδα παρουσιάζονται τα τέσσερα τελευταία τεύχη του περιοδικού.
Όπως πάντα, εικονικές και πραγματικές θυρίδες επικοινωνίας στο ιστολόγιο του περιοδικού. Στις φωτογραφίες: Αργύρης Χιόνης, Γιαν Χένρικ Σβαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου