Φάκελος φιλοξενούμενου: Στουτγάρδη, 1959. Μετακομιζόμενος Ρώμης, Βερολίνου, Αμστερνταμ, σπουδαγμένος πολιτικών επιστημών, δεκαετής διαφημιστής στο Παρίσι, βραβευθείς με το Anna Seghers (αν σημαίνει κάτι αυτό), σήμερα ζει στο Βερολίνο γράφοντας και μεταφράζοντας (μεταξύ άλλων Proust, Huysmans και Dos Passos). Από τα γραπτά του ιδιαίτερη αίσθηση έχουν προκαλέσει τα Der saubere Tod/The clean death, 1987 (για το περιβάλλον των Βερολινέζικων καταλήψεων της δεκαετίας του ’80) και Das Tier, das weint/The animal that weeps 2004 (για τέσσερις συγκλονιστικές βδομάδες στην Βηρυτό, παρέα με τον συγγραφέα Abbas Beydoun). Αυτή τη στιγμή θεωρείται εκλεκτός εκπρόσωπος μιας σύγχρονης γερμανικής λογοτεχνίας.
Παλμογραφήματα σύχρονων «Ευρωπαίων»: Οι 15 ιστορίες του Κλέεμπεργκ χαρακτηρίζονται από εκπληκτική ποικιλία χαρακτήρων και καταστάσεων. Η πένα του κρύβει ένα λεπτεπίλεπτο λεπίδι ειρωνείας, για να ροκανίζει το σχοινί όπου ισορροπούν τα πιο λεπτά πολιτικά και προσωπικά ζητήματα, χωρίς να το αφήσει ποτέ να κοπεί. Όταν ανασύρει προσωπικά δράματα σε καθημερινές ή και αστείες στιγμές, (όπως π.χ. στο «Αδελφούλη μου, αδελφή μου» όπου στην ίδια ιστορία χωράνε η θέματα όπως η βοήθεια προς τους μετανάστες, η ευθανασία, η ομοφυλοφιλία και η μελανή ιστορία με τις πόρνες των ναζί) το κάνει με απαλά αγγίγματα - κοψίματα, χωρίς το διήγημα να βαραίνει στο παραμικρό, αλλά αντίθετα, να αναπνέει με ζωντανούς διαλόγους, χιούμορ και προσεκτικά κυμαινόμενες συναισθηματικές εντάσεις.

Η συλλογή κλείνει με το απόλυτο, «ψυχρό» κομμάτι για το σήμερα. «Ο ψηφιακός τυχοδιώκτης» μας θυμίζει πως, τώρα που οτιδήποτε μας αρέσει είναι γνωστό στους πάντες, μπορούμε να μετατραπούμε σε πανεύκολους στόχους της ευτυχίας που οι ίδιοι σκιτσάραμε ή σε ανάλογες περσόνες για το αδηφάγο «κοινό». Αρκεί να ενορχηστρωθούν κατάλληλα οι κάτωθι όργανα: target group, sponsoring, talk shows, tabloid, lifestyle magazines, escape values, opinion leaders, political correctness, decision makers, identity creation, merchandising, κοινωφελείς οργανισμοί, αναγνωρισιμότητα, καταναλωτής.

Το «Κεμπάμπ Παντού» είναι η επιτομή της υπερμοντέρνας ερωτικής ιστορίας: όταν δύο άνθρωποι γνωρίζονται και γίνονται αμέσως ζευγάρι, μόνο για να χαθούν ξανά μετά από λίγο. Και πάλι ο ανθρωποφοβισμένος ήρωας, οχυρωμένος πίσω απ’ το βιβλίο του γνωρίζει μιαν άλλη οχυρωμένη πίσω απ’ το βιβλίο της, μέχρι την αναπάντεχη στιγμή που εκείνη προτείνει να τον φιλοξενήσει. Η ιστορία τους από την αρχική υπερίσχυση της καχυποψίας (Γιατί εμένα; Γιατί τόσο γρήγορα; Έτσι κάνεις πάντα; Ποια είσαι τέλος πάντων;) μέχρι το προδιαγεγραμμένο της τέλος μετατρέπεται σε ύμνο της στιγμής και του παρόντος (αυτό που ξέχασε το ροκ εντ ρολ, αλλά ευτυχώς θυμούνται μερικές πένες). Οι τρεις μέρες μας δεν υπήρξαν ούτε θα υπάρξουν. Υπάρχουν. Ο χρόνος κυλάει, όμως όποτε θέλουμε θα μπορούμε να τις αγγίζουμε, θα είναι εκεί.

Η λογοτεχνία, το γράψιμο, δεν τον βοηθούσε καθόλου. Η απελπισία δεν μαλάκωνε ούτε δικαιολογούνταν όταν την κατέγραφε, δεν είχε εξάλλου καμία όρεξη α το κάνει. Έλειπαν οι λέξεις, έλειπαν οι σκέψεις και τα συναισθήματα. Κάθε προσπάθεια να φτιάξει μια ιστορία απ΄ την κατάστασή του ,κάθε λέξη με την οποία προσπαθούσε να δαμάσει μέσα στη δομή ενός κειμένου τον πόνο αποδεικνυόταν κούφια, εντελώς ανίκανη να πιάσει έστω και κάτι απ’ την πραγματικότητα, να της αντισταθεί με κάποιον τρόπο. Τίποτα γραπτό δεν άντεχε

Συντεταγμένες: Michael Kleeberg, Der Kommunist der Monmartre, 1997. Στα ελληνικά: Εκδόσεις Άγρα, 2005, μετάφραση: Ιωάννα Μεϊντάνη (εκτός από το ομώνυμο διήγημα: Βάνα Χατζάκη), σελ. 320.
Πρώτη δημοσίευση σε:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου