Οι θεματικές συλλογές διηγημάτων έχουν πάντα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Αφενός καταδεικνύουν πολλές και διαφορετικές πλευρές του εκάστοτε «επίκεντρου» με πλάγιους ή ευθύγραμμους φωτισμούς και υπό ποικίλες γωνίες σκόπευσης, αφετέρου αποτελούν ιδανική ευκαιρία για τους συμμετέχοντες συγγραφείς να πειραματιστούν με τη φόρμα και την γραφή εν γένει. Οι αναγνώστες εξάλλου έχουν την πρόσθετη δυνατότητα για μια γενικότερη εποπτεία ενός μέρους της σύγχρονης λογοτεχνικής μας συγκυρίας και για μια σύγκριση πενών πάνω σε κοινό «πεδίο δοκιμών». Ένα τέτοιο, μέχρι πρότινος παρθένο έδαφος αποτελεί η ευρύτερη κατηγορία των εγκλημάτων κατά της φύσης και του περιβάλλοντος, ορισμένα από τα οποία δεν έχουν ακόμα αποκτήσει νομοτυπική μορφή με σαφή αντικειμενική υπόσταση.
Η τυπολογία των φυσικών και ηθικών αυτουργών διαφέρει πλέον από εκείνη των «παραδοσιακών» εγκλημάτων, εφόσον οι παραβατικοί χαρακτήρες προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από την σφαίρα του δημόσιου βίου, ο δε αριθμός τους έχει διευρυνθεί σημαντικά. «Η Μεγαλόχαρη» του Ανδρέα Αποστολίδη αποτελεί αντιπροσωπευτικό παράδειγμα, καθώς μονές, σωματεία, αδελφότητες και εκκλησιαστικές ή μη οργανώσεις, δικηγόροι και υποθηκοφύλακες, δασάρχες, κτηματομεσίτες και κατασκευαστικές εταιρείες εμπλέκονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε ένα έγκλημα από την φύση του πολύπλοκο, καθώς κατακερματίζεται σε άλλα επιμέρους αδικήματα: υπεξαίρεση χρημάτων από κοινοτικά προγράμματα και αγροτικές επιδοτήσεις, παύση κάθε απόπειρας αναδάσωσης, νομιμοποίηση καταπατήσεων γης. Η ψυχρή ενορχήστρωσή του με καταμερισμό των παράνομων εργασιών και η διάδοση της «τέχνης του ελεγχόμενου εμπρησμού», στοιχεία δυστυχώς μιας σύγχρονης πραγματικότητας, καθιστούν το διήγημα ένα από τα πλέον ρεαλιστικά της συλλογής.

Η σκηνογράφηση ενός ρημαγμένου περιβάλλοντος ως του πλέον κατάλληλου φόντου για μια άλλη παράλογη ιστορία προτείνεται από τον Χρήστο Χαρτοματσίδη («Ο Super G από την Καλκάντζα») και θυμίζει μερικές έξοχες μετακομμουνιστικές βαλκανικές ταινίες. Ένα «ιερό» παιδί θαυματουργεί δίπλα στο βρώμικο ποτάμι και τους σκουπιδότοπους της τσιγγάνικης συνοικίας, καθώς μια περίεργη χημική σκόνη κατακλύζει την ατμόσφαιρα και τα ζώα μεταλλάσσονται ή αποδεκατίζονται από ασθένειες. Η ζοφερή εικόνα της μετατροπής της χώρας σε αποθετήριο τοξικών αποβλήτων αποτελεί τον καμβά και της αστυνομικής ιστορίας του Ανδρέα Μιχαηλίδη («Έγκλημα διπλής αντικατάστασης»). Άραγε οι νέες πόλεις – χωματερές θα αποτελούν απλώς το ιδανικό σκηνικό ανάλογων σουρεαλιστικών ιστοριών ή μήπως θα μπορούν και να τις «προκαλέσουν»;

Η ηρωίδα της Ελένης Γκίκα («Κάκτος σε σχήμα καμέλιας»), περιπατήτρια αγρών και ανθοκηπίων, ζει και αναπνέει με τα λουλούδια, με βάση τα οποία ταξινομεί διαθέσεις, τόπους, συγγραφείς. Όταν μια σπάνιας μορφής αλλεργία καθιστά απαγορευτική την οποιαδήποτε επαφή μαζί τους, αναζητά άλλες προσομοιωτικές ψευδαισθήσεις ανθοφορίας όπως η αφή φωτογραφιών και η γραφή. Καθώς όμως ο «ολάνθιστος κήπος στο κεφάλι της» θεριεύει, επιλέγει τις δυο πλέον ακραίες εξόδους από το αναπάντεχο στερητικό: την καθολική ρύπανση του αττικών εξοχών και την αυτοκτονική της μετάλλαξη από τα αλλεργιογόνα άνθη. Το ρομαντικό – λυρικό στοιχείο της αυτοθυσίας στο δηλητήριο της χλωροφύλλης ακυρώνεται από την εφιαλτική διαπίστωση του ακαριαία ευάλωτου της χλωρίδας: ένας ολιγόλεπτος αεροψεκασμός αρκεί για να ερημώσει ένα ολόκληρο τοπίο.

Από μορφολογική άποψη διαπιστώνεται μια γενικότερη διάθεση πειραματισμού με τη φόρμα, συχνά με διάσπαση των διηγημάτων σε επιμέρους ενότητες, παραπομπές σε πηγές και εμπνεύσεις, εναλλαγές αφηγηματικών φωνών και κειμενικών ειδών, ακόμα και φωτογραφία και σκίτσο (της «καινοτομίας» του Γ. Ευσταθιάδη). Θεματολογικά η προαναφερθείσα χρονολογική αναγωγή των περισσότερων ιστοριών σε μελλοντικά ή φαντασιακά κλίματα, αφήνει απ’ έξω μια σειρά από «οικολογικά» εγκλήματα του άμεσου παρόντος να περιμένουν την λογοτεχνική τους αποκρυστάλλωση. Μένει η σχετική, τραγικά επίκαιρη κραυγή της ηρωίδας των «Ιππόκαμπων»: Παράδοξο, αλλά ποτέ δε φανταστήκαμε πως η ολική καταστροφή αφορά τη γενιά μας. Στην δράση μας παραμείναμε οι ρομαντικοί μελλοντολόγοι, νομίζαμε ότι μαχόμαστε για χάρη των παιδιών που πρόκειται να γεννηθούν και ποτέ δεν υποψιαστήκαμε πως η απειλή στρεφόταν εναντίον μας.
Εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 2009, σελ. 452.
Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό (δε)κατα, τεύχος 23 (φθινόπωρο 2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου