Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

Λογοτεχνείο, αρ. 31


Blaise Cendrars [Μπλεζ Σαντράρ], Μοραβαζίν, βίος και πολιτεία, εκδ. Opera, 1993, μτφ. Γιώργος Σπανός, σ. 45 (Moravagine, 1926)

Τότε είναι που ερωτεύτηκα βίαια, παθιασμένα, τα αντικείμενα, τα άψυχα πράγματα. Δεν μιλώ για τα αντικείμενα, τα σκεύη, τα έπιπλα τέχνης που ξεχείλιζαν μες το παλάτι και που, μέσω ενός νοητικού ή αισθηματικού ερεθισμού, αναπολούν, υποβάλλουν, θυμίζουν έναν παλαιό πολιτισμό, μια περασμένη εποχή, μια οικογενειακή ή ιστορική στιγμή που έχει χάσει την πρώτη της χρυσή ανταύγεια, και που σας θέλγουν, σας γοητεύουν με τα στρεβλά τους σχήματα, τις αλλόκοτες γραμμές τους, την παλαιική τους εκλέπτυνση με ό,τι τέλος πάντων, τα προσδιορίζει, τα τοποθετεί χρονικά, ονομάζει και αποκαλύπτει, κατά τρόπο περίεργο, τη μόδα που τα διανοήθηκε. Όχι, ερωτεύτηκα αποκλειστικά αντικείμενα μη αισθητικά, ελάχιστα διαμορφωμένα, και συχνότατα ακατέργαστης ύλης, πρώτης ύλης. Μάζεψα γύρω μου τα πιο ετερόκλητα πράγματα. Ένα τενεκεδένιο κουτί μπισκότων, ένα αβγό στρουθοκαμήλου, μια ραπτομηχανή, ένα κομμάτι χαλαζία μια ράβδο μολύβδου, ένα τούμπο σόμπας. Περνούσα τις μέρες μου πιάνοντάς τα με τα χέρια μου, πασπατεύοντάς τα, μυρίζοντάς τα. Τους άλλαζα θέση χίλιες φορές τη μέρα. Είχαν χρέος να με διασκεδάζουν, να με απασχολούν, να με κάνουν να ξεχνώ τις συγκινησιακές εκείνες εμπειρίες, που τόσο πια με είχαν κουράσει.

Στον Δημήτρη Καλοκύρη

Δεν υπάρχουν σχόλια: