Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

Λογοτεχνείο, αρ. 33


Τζον Φάντε, Ρώτα τον άνεμο, εκδ. Απόπειρα, 1989/1994, μτφ. Τέος Ρόμβος, σ. 127-128 (John Fante, Ask the dust, 1939)

Τι πρέπει να κάνω λοιπόν; Πρέπει μήπως να τεντώσω τα χείλη μου στον ουρανό με μια γλώσσα που θα κεκεδίζει και θα τραυλίζει από φόβο; Πρέπει μήπως να γυμνώσω το στήθος μου και να το βαράω σαν κανένα τύμπανο για να τραβήξω την προσοχή του Χριστού μου; Ή θα ’ταν καλύτερα και πιο λογικό να κάνω το κορόιδο και να προχωρήσω παρά πέρα; Όμως θα έρθουνε ταραχές και πείνες, θα έρθουνε μοναξιές και μόνο τα δάκρυά μου θα έχω να με παρηγορήσουνε, σαν μικρά μουσκεμένα πουλάκια θα φτερουγίζουνε για να δροσίσουνε τα ξεραμένα μου χείλη. Όμως θα βρεθεί παρηγοριά και θα υπάρξει ομορφιά σαν τον έρωτα ενός πεθαμένου κοριτσιού. Και πότε πότε θα ακούγεται κάποιο γέλιο, ένα συγκρατημένο γέλιο και θα ’ναι ήσυχη η αναμονή μες στη νύχτα και ένας απαλός φόβος για τη νύχτα θα απλώνεται σαν το κοροϊδευτικό φιλί του θανάτου. Και η μεγάλη νύχτα θα έρθει και όλοι οι οδηγοί μου, που τους παράτησα μες στην ονειρική βιαιότητα της εφηβείας μου, θα χύνουν απ’ τη στεριά γλυκά λάδια για να εξευμενίσουν την τρικυμία του μυαλού μου. Θα συγχωρεθώ γι’ αυτό όπως και για άλλα μου σφάλματα, ακόμα και τη Βέρα Ρίβκεν, ακόμη και για το αδιάκοπο φτερούγισμα του Βολταίρου στη σκέψη μου, γιατί σταμάτησα, κάποια στιγμή, για ν’ ακούσω αυτό το γοητευτικό πουλί να κελαηδάει. Όλα αυτά θα μου συγχωρεθούν αν ξαναγυρίσω εκεί που ανήκω, στη θάλασσα.

Στον Κοσμά Χαρπαντίδη

Δεν υπάρχουν σχόλια: