Αλεξάντρ Γκριν, Ο κυνηγός των αρουραίων, εκδ. Στιγμή, 1995, μτφ. Γιώργος Τσακνιάς, σ. 19-20
Είναι αλήθεια, αλλά αυτός ο τρόπος μου στην ομιλία δεν ήταν αποτέλεσμα της αρρώστιας – προερχόταν από τη θλιβερή εκείνη αίσθηση, που συνήθως ούτε καν την συνειδητοποιούμε, ότι ο εσωτερικός μας κόσμος δεν ενδιαφέρει παρά ελάχιστους. Εμένα, ωστόσο, μ’ ενδιέφερε έντονα κάθε άλλη ψυχή, και γι’ αυτό μιλούσα λίγο και άκουγα πολύ. Όταν συγκεντρώνονταν αρκετοί, κι ο καθένας πάσχιζε με ζωηρότητα να διακόπτει όσο το δυνατόν συχνότερα τον άλλον έτσι ώστε να τραβάει τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή στο άτομό του, εγώ συνήθως καθόμουν στην άκρη. Επί τρεις εβδομάδες διανυκτέρευα σε γνωστούς και σε γνωστούς γνωστών, με τη μέθοδο του αλυσιδωτού οίκου. Κοιμόμουν στο πάτωμα και σε ντιβάνια, στις πλάκες της κουζίνας και σε άδεια κιβώτια, σε ενωμένες καρέκλες – μια φορά μάλιστα κοιμήθηκα στη σιδερώστρα.
Στην Σοφία Νικολαΐδου
Είναι αλήθεια, αλλά αυτός ο τρόπος μου στην ομιλία δεν ήταν αποτέλεσμα της αρρώστιας – προερχόταν από τη θλιβερή εκείνη αίσθηση, που συνήθως ούτε καν την συνειδητοποιούμε, ότι ο εσωτερικός μας κόσμος δεν ενδιαφέρει παρά ελάχιστους. Εμένα, ωστόσο, μ’ ενδιέφερε έντονα κάθε άλλη ψυχή, και γι’ αυτό μιλούσα λίγο και άκουγα πολύ. Όταν συγκεντρώνονταν αρκετοί, κι ο καθένας πάσχιζε με ζωηρότητα να διακόπτει όσο το δυνατόν συχνότερα τον άλλον έτσι ώστε να τραβάει τη μεγαλύτερη δυνατή προσοχή στο άτομό του, εγώ συνήθως καθόμουν στην άκρη. Επί τρεις εβδομάδες διανυκτέρευα σε γνωστούς και σε γνωστούς γνωστών, με τη μέθοδο του αλυσιδωτού οίκου. Κοιμόμουν στο πάτωμα και σε ντιβάνια, στις πλάκες της κουζίνας και σε άδεια κιβώτια, σε ενωμένες καρέκλες – μια φορά μάλιστα κοιμήθηκα στη σιδερώστρα.
Στην Σοφία Νικολαΐδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου